Άλλη μια χρονιά τα «Σάγια» στη Νέα Καρβάλη
5 Ιανουαρίου, 2012
Παραμονή των Θεοφανείων σήμερα και στη Νέα Καρβάλη, όπως σε όλους τους οικισμούς της χώρας που ζούνε Έλληνες με καταγωγή από την Καππαδοκία της Μικράς Ασίας, θα αναβιώσει το έθιμο με την ονομασία «Σάγια». Πρόκειται για ένα προχριστιανικό έθιμο, όπως λένε οι Καππαδόκες, που αφομοιώθηκε στη χριστιανική θρησκεία και έγινε μέρος της λατρείας των πιστών. Κάθε τέτοια ημέρα, οι πιστοί ανάβουν μία μεγάλη φωτιά στην πλατεία του οικισμού, ή στη διασταύρωση των κεντρικών δρόμων, για να διώξουν τους Καλικάντζαρους και να απαλλαγούν από τα ψυχικά βάρη και τα ενοχλητικά δαιμόνια. Με τη φωτιά, επίσης, ζητούν τη συνδρομή του Θεού για μία καλύτερη παραγωγή στις καλλιέργειες τους, αφού πρόκειται για αγροτικές περιοχές. Λέγεται, μάλιστα, ότι αυτός που θα ανάψει τη φωτιά, θα είναι τυχερός και ευλογημένος, ενώ τα χωράφια που είναι από τη μεριά που θα κατευθυνθεί ο καπνός, θα έχουν την μεγαλύτερη παραγωγή.
Από το Γκέλβερι…στη Νέα Καρβάλη
Το έθιμο γιορταζόταν στο Γκέλβερι της Καππαδοκίας, μία από τις μεγαλύτερες Χριστιανικές κοινότητες της περιοχής. Με το ξημέρωμα, οι κάτοικοι πήγαιναν στην εκκλησία και έπαιρναν τον μικρό αγιασμό, σε αντίθεση με τον μεγάλο αγιασμό που θα έπαιρναν την επόμενη μέρα των Θεοφανείων. Έπιναν αγιασμό και πήγαιναν και στα σπίτια τους για να ραντίσουν τα ζώα, τους κήπους, τα χωράφια και τα αμπέλια. Μετά, μέσα σε φιάλες σφραγισμένες διατηρούσαν αγιασμό στο εικονοστάσιο του σπιτιού έως τον επόμενο χρόνο. Τα παιδιά, επίσης, σχημάτιζαν ομάδες για να πούνε τα κάλαντα. Γύριζαν, από νωρίς το πρωί, στα σπίτια και έλεγαν το τροπάριο: «Εν Ιορδάνη βαφτιζομένου σου Κύριε…» και μάζευαν δώρα, τα οποία και έτρωγαν την επόμενη μέρα σε κοινό γεύμα, ενώ όσα περίσσευαν τα πουλούσαν, για να αγοράσουν σχολικά είδη με τα χρήματα. Κάποιες ομάδες παιδιών, συνήθιζαν την ημέρα εκείνη να μεταμορφώνονται σε «Σάγια». Διάλεγαν μία μεγάλη κυλόττα, μέσα στην οποία μπορούσαν να βυθιστούν μέχρι τον λαιμό. Το κεφάλι μόνο έμενε απ’ έξω. Μ’ ένα ζευγάρι κέρατα στο μέτωπο, μία μεγάλη σειρά από βόλους και κουδουνάκια προσδεμένα σ’ αυτό το ιδιόρρυθμο ένδυμα, πήγαιναν στα ελληνικά σπίτια και φώναζαν με δύναμη: «Ήρθε η σάγια, την άκουσες;». Ήταν ημέρα νηστείας, η παραμονή των Θεοφανείων. Τα συνηθισμένα νηστίσιμα φαγητά ήταν φακές, φασόλια τουρσί, κομπόστες από σταφίδες, δαμάσκηνα, ή βερίκοκα. Την ίδια μέρα ζύμωναν στα σπίτια τις πίττες των Θεοφανείων. Με επισημότητα και με τη συμμετοχή όλων, το βράδυ της ίδιας μέρας γινόταν το άναμμα της φωτιάς στην αυλή της εκκλησίας. Τη φωτιά αυτή έλεγαν «κελεμέν», ή «Φώτων». Από νωρίς, οι νέοι κουβαλούσαν κληματόβεργες και άλλα ξύλα και τα σώρευαν στην αυλή της εκκλησίας. Μαζεύονταν πολλοί χωριανοί γύρω από το σωρό και ο παπάς ρωτούσε: «Ποιος θέλει να ανάψει τη φωτιά και τι προσφέρει στην εκκλησία;». Πρόσφερε ο καθένας ότι μπορούσε, π.χ. ένα σοινίκι αλεύρι (έξι οκάδες), ένα πατμάν σπορέλαιο (έξι οκάδες), ή ότι άλλο είχε και τελευταία εκείνος που θα έταζε το μεγαλύτερο ποσό, έπαιρνε το δικαίωμα να ανάψει τη φωτιά. Έκανε τον σταυρό του, έλεγε: «Κύριε ημών Ισού Χριστέ» κι έδινε φωτιά σε προσάναμμα από ξερά φύλλα. Οι φλόγες ανέβαιναν ψηλά και οι άνθρωποι τριγύριζαν την πυρά χορεύοντας και τραγουδώντας. Όλοι παρακολουθούσαν την κατεύθυνση του καπνού. Αν πήγαινε ανατολικά, ήταν καλό σημάδι. Η σοδειά θα ήταν πλούσια. Αν στρέφονταν προς δυσμάς, ή βόρεια, ή προς το νότο, μόνο τα σπίτια του χωριού που ήταν σ’ εκείνα τα σημεία θα είχαν καλή συγκομιδή. Όταν χαμήλωνε η λαμπάδα, τα παιδιά πηδούσαν από πάνω τρεις φορές, λέγοντας: «Κύριε ημών Ισού Χριστέ». Μερικοί έπαιρναν από τη φωτιά μισοκαμένα ξύλα και τα πήγαιναν στο τζάκι του σπιτιού τους για «γούρι». Άλλοι, έπαιρναν κάρβουνα και τα φύλαγαν, για να τα χρησιμοποιήσουν στο θυμιατήρι τους. Στο τέλος, μάζευαν τη στάχτη και την σώρευαν πίσω από το ιερό της εκκλησίας.
Νύχτα την παραμονή των Θεοφανείων, άνοιγαν τα ουράνια. Θεοφοβούμενοι άνθρωποι έβλεπαν, λένε, στον ουρανό τη βάφτιση του Χριστού. Τα δέντρα, λεύκες και ιτιές, κοντά στις βρύσες, λύγιζαν τον κορμό τους σαν σε προσκύνημα και έπιναν από τα αγιασμένα νερά της νύχτας εκείνης. Διηγούνται ότι κάποτε μία νεόνυμφη πήγε στη βρύση του χωριού να πιει νερό. Άξαφνα, τα κλαδιά μιας λεύκας που ήταν φυτρωμένη εκεί, έσκυψαν στη βρύση. Ξανασηκώθηκαν και πήραν μαζί τους το τσεμπέρι που φορούσε στο κεφάλι της η νέα. Προσπάθησε να πιάσει το μαντήλι της, αλλά είχε ανεβεί πολύ ψηλά. Την έπιασε φόβος κι έφυγε για το σπίτι της». Η γιορτή σήμερα στη Νέα Καρβάλη θα κορυφωθεί στις πέντε το απόγευμα. Γύρω από την μεγάλη φωτιά που θα ανάψει απέναντι από το παλιό κοινοτικό κατάστημα, οι πιστοί θα χορέψουν τελετουργικούς χορούς από την Καππαδοκία. Παράλληλα, οι γυναίκες θα κερνούν τους επισκέπτες διάφορα παραδοσιακά εδέσματα. Όταν καταλαγιάσει η φωτιά, οι κάτοικοι θα πάρουν από ένα κλαδάκι για να ανάψουν το καντήλι, ενώ με το κάρβουνο θα χαράξουν το σταυρό στο σπίτι και στο στάβλο.
Πηγή: www.k-tipos.gr