ΘΕΡΙΝΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΖΕΦΥΡΟΣ Blue Valentine
7 Ιουλίου, 2011
Είδος: Μελαγχολικό, δραματικό ρομάντζο
Παραγωγή: ΗΠΑ, 2010
Διάρκεια: 122’
Σκηνοθεσία: Derek Cianfrance
Ηθοποιοί: Ryan Gosling, Michelle Williams
ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ: 21.45
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ: 7 ευρώ κανονικό – 5 ευρώ μειωμένο
ΔΕΥΤΕΡΑ – ΤΡΙΤΗ – ΤΕΤΑΡΤΗ: Ενιαία είσοδος 5 ευρώ
Κριτική της ταινίας
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι που μπορεί κάποιος να δει το Blue Valentine. Από την μια μπορεί να το αναγνωρίσει ως την ειλικρινή αποδόμηση της συντροφικότητας δυο ανθρώπων και από την άλλη ως μια δήθεν ερωτική ιστορία εκβιαστικά πονεμένων ψυχών και ρημαγμένων συναισθημάτων. Και η αλήθεια είναι ότι για όλα αυτά θα μπορούσε κάποιος να αραδιάσει σελίδες ολόκληρες. Ο πιο σωστός όμως τρόπος για να κοιτάξει κάποιος τον μελαγχολικό αυτό Βαλεντίνο του κ. Cianfrance είναι σαν το εξαιρετικά δακρυσμένο αντίκτυπο που έχει μια αμφιλεγόμενη αγάπη (και κατ’ επέκταση μια ακόμα πιο αμφιλεγόμενη σχέση) στο φυσικό καρπό δύο ανθρώπων, το παιδί. Διότι το μόνο που ζητάει μια αθώα ψυχή είναι δυο γονείς ενωμένους σαν μια γροθιά, που δεν μπορεί να τους χωρίσει κανείς. Και εδώ δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο.
Πρωταγωνιστές της ιστορία είναι ο Dean και η Cindy (Gosling και Williams αμφότεροι εξαιρετικοί στους ρόλους τους), δυο νεαροί άνθρωποι που συναντήθηκαν από τύχη, έμειναν μαζί πάλι από τύχη και αποφάσισαν να ζήσουν κάτω από τον θεσμό του γάμου, ικανοποιώντας τόσο τον απαιτητικό τους περίγυρό όσο και την μεγαλύτερη ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής που είναι να συντροφεύει με κάποιον άλλο άνθρωπο. Ο καθένας βέβαια για τους δικούς του λόγους. Οι δυο τους τα μπλεχτήκαν μεταξύ τους, μπλέχτηκαν με κάποιους άλλους και τελικά έμπλεξαν τις ζωές τους με τρόπο που μπορεί να μην ήταν ο επιδιωκόμενος, ήταν όμως ο πιο αναμενόμενος. Και δυστυχώς γι αυτούς, δεν ερωτεύτηκαν ποτέ.
Από τα πρώτα δευτερόλεπτα ακόμα, ο σκηνοθέτης φροντίζει να κάνει σαφή την απόσταση που χωρίζει τους δυο στο σήμερα. Και μέχρι το τέλος η απόσταση βρίσκεται εκεί, μεγαλώνοντας και τρέφοντας συναισθήματα που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Από την αμφισβήτηση όμως της αρχής μέχρι την επιβεβαίωση του φινάλε, παρεμβαίνουν στιγμές του παρελθόντος, μελαγχολικά flashbacks που σκοπό έχουν να γνωρίσουν τους δυο χαρακτήρες στον θεατή, παρουσιάζοντας όσα υπήρχαν αλλά χάθηκαν στην πορεία της ζωής. Όπως τα όνειρα και η ελπίδα των δυο για ένα ευτυχισμένο αύριο που όμως έδωσαν την θέση τους σε μια ασφυκτική πραγματικότητα που τους πνίγει, χωρίς να τους λυπάται ούτε για μια στιγμή.
Ο σκηνοθέτης παίρνει την σχέση των δύο, την χτυπάει στον τοίχο μέχρι να την κάνει χίλια κομμάτια και στη συνέχεια μας πετάει στα μούτρα ό,τι έχει απομείνει. Όσο σπαραγμό και αν κρύβει μέσα της αυτή η ιστορία (που κουβαλάει επάνω της την ετικέτα του ρομαντικού δράματος), θα ήθελα να την είχε σκηνοθετήσει γυναίκα. Ίσως τότε να είχε λίγο παραπάνω συναίσθημα και λίγο λιγότερο ρεαλισμό. Και τότε θυμάμαι τα λόγια μιας φίλης που πίστευε ότι κάθε χωρισμός είναι και ένας μικρός θάνατος. Έτσι μοιάζει και έτσι πρέπει να βιώνεται, χωρίς να γνωρίζω τι μπορεί να υπάρχει μετά για τον καθένα από εμάς. Στην ιστορία του Cianfrance, αυτό που τελικά απέμεινε είναι δυο ερημωμένες ψυχές, κάποια πικραμένα δάκρυα και το πληγωμένο βλέμμα ενός 5χρονου κοριτσιού που κοιτάει τον πατέρα του να απομακρύνεται από κοντά του, απλώνοντας το χέρι αλλά χωρίς να έχει την δύναμη να τον σταματήσει. Όχι πια. Και αυτό πονάει περισσότερο από κάθε μη γενόμενο έρωτα στον κόσμο ολόκληρο.
Χρήστος Ζαφειριάδης
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης του Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων & Τεχνών Καβάλας
Πηγή : www.k-tipos.gr