Καπνά
«Μέκκα του καπνού» και «καπνούπολη των Βαλκανίων» χαρακτηριζόταν παλιά η Καβάλα. Όλη η οικονομία της (πρωτογενής, δευτερογενής και τριτογενής τομέας, δηλαδή καλλιέργεια, επεξεργασία, εμπόριο) και σε μεγάλο βαθμό η ζωή της, από το 1840 και για έναν αιώνα, συνδέθηκε με τον καπνό.
Η καλλιέργεια του καπνού ευνοήθηκε από τα ειδικά γεωφυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής και από την τεράστια ζήτηση που είχαν οι εκλεκτές ποικιλίες των ανατολικών καπνών (Καβάλας – Γενησέας – Ξάνθης) από τις διεθνείς αγορές.
Τις πρώτες δεκαετίες το εμπόριο βρίσκεται σχεδόν αποκλειστικά στα χέρια των ντόπιων εμπόρων (Ελλήνων και Εβραίων), οι οποίοι εργάζονται ως ανεξάρτητοι εξαγωγείς, με δικά τους κεφάλαια, ως προμηθευτές ή ως αντιπρόσωποι μεγάλων οίκων της Θεσσαλονίκης και του εξωτερικού. Όμως από τα τέλη του 19ου αιώνα το μεγαλύτερο μέρος του καπνεμπορίου ελέγχεται από τους μεγάλους ξένους οίκους που εγκαθίστανται στην πόλη, κτίζουν δικές τους καπναποθήκες και διακινούν για λογαριασμό τους μεγάλες ποσότητες καπνών.
Κατά την περίοδο της ακμής, 1924 – 1930, υπήρχαν στην πόλη πάνω από 60 μεγάλες καπνεμπορικές εταιρείες, που διέθεταν 160 ογκώδη και πολυώροφα κτίρια καπνεργασίας, με 610 σάλες για την επεξεργασία του καπνού, που άρχιζε το Μάιο και τελείωνε στις αρχές φθινοπώρου.
Μέχρι το 1922 οι περισσότεροι καπνεργάτες έρχονταν από την αγροτική ενδοχώρα και τη Θάσο, εργάζονταν για 5 – 6 μήνες στις καπναποθήκες και μετά επέστρεφαν στα χωριά τους. Μετά την εγκατάσταση των προσφύγων οι καπνεργάτες είναι πλέον κάτοικοι Καβάλας και η πολύμηνη αναγκαστική ανεργία 17.000 ανθρώπων δημιουργεί οξύ κοινωνικό πρόβλημα στην πόλη.
Οι καπνεργάτες της Καβάλας από πολύ νωρίς βρέθηκαν στην πρωτοπορία των εργατικών αγώνων. Το 1908 ιδρύθηκε εδώ το πρώτο σωματείο των Βαλκανίων, «η Ευδαιμονία» (με χωριστά τμήματα χριστιανών, μουσουλμάνων και εβραίων), που αυτοδιαλύθηκε το 1926, όταν ιδρύθηκε η μαχητική «Καπνεργατική Ένωση Καβάλας», με αριστερούς προσανατολισμούς. Για την προάσπιση του επαγγέλματος, των ημερομισθίων και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων τους οι καπνεργάτες της Καβάλας οργάνωσαν δυναμικές και μαζικές κινητοποιήσεις και απεργίες (1896, 1904, 1924, 1928, 1932 κ.ά.), ορισμένες από τις οποίες συντάραξαν το πανελλήνιο. Το 1934 οι εργατικές τάξεις εξέλεξαν δήμαρχο στην Καβάλα τον Μήτσο Παρτσαλίδη, πρώτο κομμουνιστή δήμαρχο στην Ελλάδα.
Αξιοθαύμαστη ήταν και η κοινωνική οργάνωση των καπνεργατών, με «Αναγνωστήριο», υποτροφίες για φτωχούς μαθητές, με λαϊκά συσσίτια, με μέτρα για την περίθαλψη των ασθενών κλπ.
Η καπνική οικονομία της πόλης υπέστη τεράστια πλήγματα στις αρχές της δεκαετίας του 1930, την περίοδο της οικονομικής κρίσης: Οι καπνέμποροι βρέθηκαν με αδιάθετα καπνά και τεράστια χρέη, οι καπνοπαραγωγοί μείωσαν την παραγωγή σχεδόν 50%, ενώ οι καπνεργάτες έφθασαν σε κατάσταση ένδειας και λιμοκτονίας. Η Καβάλα βγήκε από την κρίση λαβωμένη, αφού πολλές επιχειρήσεις είχαν χρεοκοπήσει ή είχαν εγκαταλείψει την πόλη. Την πρόσκαιρη ανάκαμψη διέκοψε η Κατοχή του 1941-1944 και τα πολιτικά μέτρα για την αποδυνάμωση του καπνεργατικού στοιχείου. Τη χαριστική βολή έδωσαν η στροφή του διεθνούς εμπορίου σε άλλες αγορές και άλλους τύπους καπνών, σε συνδυασμό με τα αντικαπνιστικά μέτρα.
Στον καπνό οφείλει η Καβάλα τη μετατροπή της από μικρή τουρκόπολη σε ευημερούσα και κοσμοπολίτικη εμπορική πόλη. Όμως η μονοδιάστατη ανάπτυξη της πόλης και της περιοχής, που βασίστηκε σε ένα μόνο προϊόν, αποτέλεσε και την αιτία της παρακμής της.
Πηγή: Κυριάκος Λυκουρίνος, Γενικά αρχεία του κράτους, Αρχεία Νομού Καβάλας